Η Clara Thalmann (το γένος Ensner) γεννήθηκε στη Βασιλεία της Ελβετίας το 1910. Ήταν ένα από τα δέκα παιδιά μιας εργατικής οικογένειας. Ο πατέρας της ήταν Γερμανός και είχε μεταναστεύσει στην Ελβετία επειδή, ως σοσιαλιστής και διεθνιστής, αντιτάχθηκε στην επιστράτευση για τον γερμανικό πόλεμο κατά της Γαλλίας το 1870.

Η Κλάρα μεγάλωσε σε ατμόσφαιρα αφοσιωμένης σοσιαλιστικής δραστηριότητας. Νωρίς στη ζωή, επηρεασμένη από την προδοσία της σοσιαλδημοκρατίας με τη φιλοπολεμική της στάση, και την επιτυχία της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία το 1917, η Κλάρα προσελκύθηκε από τον κομμουνισμό. Στη δεκαετία του 1920, ως νεαρή εργαζόμενη γυναίκα, εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα και εργάστηκε στη γαλλική κομμουνιστική εφημερίδα «Humanite». Λίγο μετά το θάνατο του Λένιν το 1924, ωστόσο, οι εσωτερικές διαμάχες μέσα στο κομμουνιστικό κίνημα άρχισαν να γίνονται εμφανείς.

Ο νέος ηγέτης του κόμματος στη Ρωσία, Ιωσήφ Στάλιν, ενίσχυε συστηματικά τον γραφειοκρατικό μηχανισμό εις βάρος της επιρροής των λίγων εναπομεινάντων επαναστατών μέσα στο κόμμα. Η εκστρατεία του Στάλιν επηρέασε επίσης το γαλλικό κομμουνιστικό κόμμα. Αυτό σήμαινε ότι αφοσιωμένοι ακτιβιστές όπως η Κλάρα δεν μπορούσαν πλέον να ασκήσουν το πολιτικό τους έργο όπου και όπως έκριναν σκόπιμο, αλλά έπρεπε να ακολουθήσουν οδηγίες από στελέχη του κόμματος. Ως ζωηρός και παθιασμένος χαρακτήρας, η Κλάρα δεν άντεξε και, απογοητευμένη, επέστρεψε στην Ελβετία το 1928. Εντάχθηκε αμέσως στο ελβετικό Κομμουνιστικό Κόμμα, αλλά το έκανε για να πολεμήσει ενάντια στις σταλινικές πολιτικές. Αυτό την έφερε κοντά στους μαθητές του Λέον Τρότσκι, του πρώην ηγέτη του Κόκκινου Στρατού, που τώρα χαρακτηρίζεται από τον Στάλιν ως «επικίνδυνος πράκτορας της αντισοβιετικής αντεπανάστασης».

Το βράδυ που η Κλάρα επέστρεψε από το Παρίσι συνάντησε έναν νεαρό εργάτη από την πατρίδα της τη Βασιλεία που επέστρεφε την ίδια μέρα από τη Μόσχα όπου είχε περάσει τέσσερα χρόνια ως φοιτητής στο Εργατικό Πανεπιστήμιο. Ήταν επίσης πολύ απογοητευμένος από τον σταλινισμό. Το όνομά του ήταν Paul («Pavel») Thalmann και ήταν η αρχή μιας σχέσης ζωής. Σύντομα και οι δυο εκδιώχθηκαν από το κόμμα, αλλά συνέχισαν να κάνουν αντισταλινική προπαγάνδα, συνεργαζόμενοι με τροτσκιστές και αριστερούς κομμουνιστές από τη Γερμανία.

Το 1936 οι Γερμανοί Ναζί οργάνωσαν το μεγάλο προπαγανδιστικό σόου που ήταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Βερολίνου. Σε απάντηση, το διεθνές επαναστατικό κίνημα είχε οργανώσει εργατικούς Ολυμπιακούς αγώνες στη Βαρκελώνη στην Ισπανία. Η Κλάρα έκανε πεζοπορία νότια για να λάβει μέρος. Θα συμμετείχε ως κολυμβήτρια και ως εκπρόσωπος τωνν εργαζόμενων γυναικών της Ελβετίας. Αλλά οι Διεθνείς Ολυμπιακοί Αγώνες Εργατών δεν έγιναν ποτέ.

Στις 17 Ιούλη 1936 το στρατιωτικό πραξικόπημα κατά της ισπανικής δημοκρατίας οδήγησε στο ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου που επρόκειτο να διαρκέσει μέχρι το 1939. Όταν η Κλάρα έφτασε στα ισπανικά σύνορα, οι αντιφασίστες είχαν ήδη νικήσει τους μιλιταριστές συνωμότες σε μεγάλο μέρος της χώρα;. Ήταν μάρτυρας της τεράστιας κοινωνικής επανάστασης που συνέβαινε. Το ισπανικό αναρχικό κίνημα, η μεγαλύτερη οργάνωση της εργατικής τάξης στην Ισπανία εκείνη την εποχή, κατέσχεσε αμέσως μεγάλα κτήματα και εργοστάσια, μετατρέποντάς τα σε συλλογικότητες που διοικούνταν από τους ίδιους τους εργάτες. Σύντομα σχεδόν τα δύο τρίτα της γης και της βιομηχανίας που ήταν υπό τον έλεγχο των Ρεπουμπλικανικών δυνάμεων συλλογικοποιήθηκαν και οργανώθηκαν από τους αναρχικούς της CNT και της FAI. Οι επαναστατικές επιτροπές και οι πολιτοφυλακές, και όχι το κράτος, έλεγχαν την πολιτική και την οικονομία καθώς και τον αντιφασιστικό στρατιωτικό αγώνα.

Εμπνευσμένη από αυτά τα γεγονότα, η Κλάρα εντάχθηκε αμέσως στις αναρχικές πολιτοφυλακές της διάσημης Φάλαγγας Ντουρρούτι για να πολεμήσει ως στο μέτωπο της Αραγονίας. Ο Πάβελ κατέβηκε επίσης για να πολεμήσει για την επανάσταση και ενώθηκε μαζί της.

Αλλά δεν πήγαν όλα καλά με την επανάσταση. Η Κλάρα και ο Πάβελ ήταν από τους πρώτους που προειδοποίησαν για αντεπαναστατικές εξελίξεις μέσα στο στρατόπεδο των Ρεπουμπλικανών. Λόγω της προηγούμενης εμπειρίας τους από τη σταλινική πολιτική, συνειδητοποίησαν αμέσως τους κινδύνους που ενέχει η κοινωνική επανάσταση από το Κομμουνιστικό Κόμμα Ισπανίας (PCE). Μαζί με τα φιλελεύθερα-αστικά κόμματα όπως η Ρεπουμπλικανική Αριστερά (IR), το Αριστερό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα της Καταλονίας (ERC) και το μεσαίο σωματείο των αγροτών ενοικιαστών (UDR), το κομμουνιστικό PCE υπερασπίστηκε την ιδιωτική ιδιοκτησία και το υπάρχον νομικό σύστημα. Κατά τη διάρκεια του «σύντομου καλοκαιριού της αναρχίας» το 1936, όταν η κοινωνική επανάσταση ήταν συντριπτικά επιτυχημένη και ισχυρή, οι Ισπανοί κομμουνιστές δεν τόλμησαν να επιτεθούν ανοιχτά στην επανάσταση. Ωστόσο, οι Thalmann παρατήρησαν τις επικίνδυνες προθέσεις τους και προειδοποιούσαν συνεχώς τους αναρχικούς συντρόφους τους. Όπως αναφέρουν στην αυτοβιογραφία τους με τον τίτλο«Επανάσταση για την Ελευθερία» (1), η τακτική των σταλινικών να συμβιβάζονται με την αναρχική τάση της επανάστασης ήταν προφανής γι' αυτούς. Υπό την επιρροή των Ρώσων, οι Ισπανοί κομμουνιστές ζήτησαν από τους αναρχικούς να ενταχθούν στην κυβέρνηση.

Είχαν δύο λόγους: Πρώτον, υπολόγισαν σωστά πιστεύοντας ότι οι αναρχικοί θα ήταν στη συνέχεια πιο ελεγχόμενοι, έχοντας την ευθύνη για πράγματα που είχε αποφασίσει ολόκληρη η κυβέρνηση. Δεύτερον, οι κομμουνιστές, γνωρίζοντας καλά την αναρχική θεωρία, πίστευαν ότι πείθοντας τους αναρχικούς να ενταχθούν σε μια κυβέρνηση θα έσπερναν τους σπόρους μιας διάσπασης μέσα στο αναρχικό κίνημα. Η διάσπαση που προέκυψε σε πολλές από τις επιτροπές επέτρεψε στους κομμουνιστές να αποκτήσουν περισσότερο έλεγχο. Απέκτησαν δε περαιτέρω επιρροή όταν η Σοβιετική Ένωση άρχισε να προμηθεύει ποσότητες όπλων τις Ρεπουμπλικανικές δυνάμεις. Το PCE απαίτησε τη διάλυση των πολιτοφυλακών και την επανεισαγωγή ενός συμβατικού ιεραρχικού «Λαϊκού Στρατού» στη θέση της οργάνωσης των πολιτοφυλακών από τα κάτω.

Οι αναρχικοί, επιδιώκοντας να αποκτήσουν πρόσβαση σε σοβιετικές προμήθειες όπλων, συμφώνησαν τελικά να διαλύσουν τις πολιτοφυλακές, αλλά τα πράγματα συνέχισαν να χειροτερεύουν. Την άνοιξη του 1937 οι σταλινικοί στράφηκαν σε άμεση στρατιωτική επίθεση κατά της επανάστασης.

Τον Μάη του 1937 στη Βαρκελώνη, η σταλινική πρόκληση οδήγησε σε μάχες μεταξύ μελών μικροαστικών κομμάτων που συμμάχησαν με τους σταλινικούς, από τη μια, πλευρά και αναρχικών, POUM και UGT από την άλλη. Οι μάχες άφησαν τουλάχιστον 500 νεκρούς και 1.000 τραυματίες. Στη συνέχεια, οι αναρχικοί και οι επαναστάτες σύντροφοί τους υπέστησαν μια αποφασιστική απώλεια πολιτικής εξουσίας. Η Κλάρα και ο Πάβελ πήραν μέρος στην αναρχική ομάδα «Amigos de Durruti» («Φίλοι του Durruti»). Εκείνη την εποχή η Κλάρα συναντήθηκε και γνώρισε τον George Orwell («Δεν ήξερε τι συνέβαινε και τα μάτια του εξέφραζαν έκπληξη, είχε μια τρομοκρατημένη όψη») που καθόταν με το όπλο του σε μια στέγη κοντά στο οδόφραγμά της.

Λόγω της φιλοεπαναστατικής συμμετοχής τους στις «Μέρες του Μάη» της Βαρκελώνης, η Κλάρα και ο Πάβελ χρειάστηκε να περάσουν στην παρανομία για να γλιτώσουν τη σύλληψη από το S.I.M., την τότε νεοσύστατη μυστική αστυνομία του σταλινικού PCE. Αποφάσισαν να φύγουν από την Ισπανία και, λίγο αργότερα, επρόκειτο να επιβιβαστούν σε ένα πλοίο στη Βαρκελώνη, όταν αναγνωρίστηκαν, συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε μια από τις ιδιωτικές φυλακές της SIM. Πέρασαν αρκετούς μήνες στις σταλινικές φυλακές, ενώ φίλοι στην Ελβετία ξεκίνησαν μια εκστρατεία για να τους απελευθερώσουν. Τελικά, μετά από παρέμβαση ενός ηγετικού στελέχους του ισπανικού σοσιαλιστικού κόμματος, αφέθηκαν ελεύθεροι. Έφυγαν αμέσως από την Ισπανία και ταξίδεψαν στο Παρίσι.

Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής της Γαλλίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Κλάρα και ο Πάβελ δημιούργησαν μια μικρή, ανεξάρτητη, επαναστατική ομάδα αντίστασης στο Παρίσι. Το σπίτι τους σύντομα έγινε ένα ασφαλές σπίτι για Εβραίους και επαναστάτες πρόσφυγες που προσπαθούσαν να δραπετεύσουν. Δεν πιάστηκαν ποτέ και μπόρεσαν να βοηθήσουν πολλούς ανθρώπους με αυτόν τον τρόπο.

Μετά την απελευθέρωση από τον γερμανικό φασισμό, η Κλάρα και ο Πάβελ κουράστηκαν από τη ζωή στο Παρίσι και τελικά μετακόμισαν στη νότια Γαλλία για να ιδρύσουν μια αγροτική κοινότητα με το όνομα «La Séréna» στα βόρεια προάστια της Νίκαιας. Το «La Séréna» έγινε σύντομα τόπος συνάντησης επαναστατών από όλο τον κόσμο.

Ο Πάβελ πέθανε εκεί το 1981 και το 1984, τριάντα χρόνια μετά την ίδρυσή του, κατέβηκα εκεί για να επισκεφθώ την Κλάρα, μαζί με έναν φίλο μου. Μας ενδιέφερε να μιλήσουμε με μια αυτόπτη μάρτυρα της Ισπανικής Επανάστασης, μιας και συμμετείχε ενεργά στον αγώνα, αλλά επίσης ενδιαφερθήκαμε περισσότερο για τη γνώμη της για τα σημερινά κοινωνικά και πολιτικά κινήματα.

Η εβδομάδα που μοιραστήκαμε μαζί της και τα άλλα μέλη της «La Séréna» ήταν μια περίοδος κατά την οποία όχι μόνο γνωρίσαμε την Clara Thalmann τη λαϊκή επαναστάτρια, αλλά τη γνωρίσαμε στην καθημερινότητά της. Ο ανοιχτόμυαλος και ζωηρός τρόπος της κατέκτησε τις καρδιές μας. Ήταν υπέροχο όταν περάσαμε μια δεύτερη εβδομάδα μαζί στο διεθνές αναρχικό συνέδριο στη Βενετία τον Σεπτέμβριο του 1984. Είχαμε μακροχρόνιες και ενδιαφέρουσες συζητήσεις για πολλά θέματα, όπως: δράση από τα κάτω/αυτοδιεύθυνση, δομές του αντιπυρηνικού κινήματος, κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές στην εργατική τάξη, ιμπεριαλιστική καταπίεση στη Βόρεια Ιρλανδία και τον λεγόμενο Τρίτο Κόσμο, την (τότε) Απεργία των Μεταλλωρύχων στη Βρετανία κ.λπ. Η Κλάρα ενδιαφερόταν βαθιά για τα πάντα. Όσο για τους αγώνες ανταρτών πόλεων στη Δυτική Ευρώπη, ήταν ειλικρινά δύσπιστη για τη χρησιμότητά τους. Πάντα υποστήριζε ότι ένας αντάρτης πρέπει να δράσει σε σχέση με ένα κοινωνικό επαναστατικό μαζικό κίνημα – στρατιωτικά και πολιτικά. Για αυτήν ένας ανταρτοπόλεμος είχε νόημα μόνο αν υπήρχε ήδη ένα επαναστατικό μαζικό κίνημα. Διαφορετικά οι αντάρτες κινδύνευαν να αναπτύξουν πολιτικές τις οποίες ο λαός δεν μπορούσε να καταλάβει ήταν επίσης πιθανό να γίνουν αυταρχικοί και ελιτιστές.

Από την άλλη πλευρά, είδε πολύ καθαρά την ανάγκη για αποφασιστική άμεση δράση, ακόμα κι αν αυτή γίνεται από μικρές ομάδες. Ωστόσο, μια τέτοια ενέργεια πρέπει να είναι η πραγματική έκφραση του πώς νιώθουν και σκέφτονται οι άνθρωποι.

Η κύρια ελπίδα της Κλάρα για μελλοντική κοινωνική και πολιτική αλλαγή στηριζόταν στους νέους. Η αυξανόμενη περιφρόνησή τους για την επίσημη πολιτική και η ετοιμότητά τους να ξεσηκωθούν και να επαναστατήσουν φαινόταν η κύρια πηγή της πολιτικής της αισιοδοξίας. Δεν έχασε ποτέ την πίστη της στην επανάσταση.

Στις 27 Γενάρη 1987, μετά από μακροχρόνια ασθένεια, η Ελβετίδα επαναστάτρια Clara Thalmann πέθανε στο σπίτι της στα περίχωρα της Νίκαιας στη νότια Γαλλία.

Δεν ξεχάστηκε.

“Salud compañera!”

Σημείωση: (1) Clara and Paul Thalmann: “Revolution fur die Freiheit” Hamburg, 1977. (Only available in French and German editions)


*Δημοσιεύτηκε από την SolFed στο Catalyst No.1, χειμώνας 1987.

**Σχετικός σύνδεσμος στα αγγλικά: https://libcom.org/article/thalmann-clara-1910-1987?fbclid=IwAR1sEDdUf--5tV1xKVfMqi-kYeBxbrAFItpFiS5XwRipGaFa97pqpkMcrPg

***Μετάφραση: Ούτε Θεός Ούτε Αφέντης.